Του Μιχάλη Κ. Λαδόπουλου
Η λογική λέει ότι παιχνίδια όπως αυτό με τον Παναθηναϊκό, δεν συμπεριλαμβάνονται σε εκείνα, από τα οποία περιμένεις να έχεις κάποιο όφελος, τουλάχιστο βαθμολογικό. Οπότε, αυτό που ψάχνεις στο τέλος τους είναι άλλου είδους οφέλη. Θεωρώ, λοιπόν, τα οφέλη και τα θετικά συμπεράσματα φτάνουν ως τη φάση του γκολ του Νίνη.
Ως εκεί, λοιπόν, ο Πανιώνιος ήταν μια πολύ καλά στημένη και διαβασμένη ομάδα που δεν ταμπουρώθηκε ούτε προτίμησε την τακτική του «κλεφτοπόλεμου», αλλά προσπάθησε να παίξει επιθετικά και να κάνει αισθητή την παρουσία της.
Από εκεί και πέρα, όμως, και περίπου ως το 70’ υπήρξε ένα «μπλακάουτ» που δεν το δικαιολογούσε ούτε η «απαστράπτουσα» απόδοση του Παναθηναϊκού, αλλά ούτε και η… τεράστια διαφορά δυναμικότητας των ομάδων.
Δεν υπήρξε, δηλαδή, κάποια αντίδραση από τους παίκτες, κάποια ένδειξη ότι θα παλέψουν για να «γυρίσουν» το παιχνίδι. Και, κυρίως, αυτό που δεν μου άρεσε είναι ότι η ίδια έλλειψη αντίδρασης υπήρξε και στον πάγκο.
Και ναι μεν ο Στόρε έδειξε να είναι πολύ καλά προετοιμασμένος για το παιχνίδι, πλην όμως καθυστέρησε πολύ να ενεργοποιηθεί και να προσπαθήσει να παρέμβει στην εξέλιξή του. Ή, καλύτερα, δεν το έκανε καν, αφού οι αλλαγές στο τελευταίο δεκάλεπτο και ενώ το σκορ είναι ήδη 2-0, κατά την ταπεινή μου άποψη θεωρούνται ως μη γενόμενες.
Με δεδομένη, μάλιστα, την κακή κατάσταση της άμυνας του Παναθηναϊκού (ο Μπουμσόνγκ έκανε λάθος ακόμη και σε πλάγιο), αν υπήρχε περισσότερη πίεση, ίσως τα πράγματα να ήταν εντελώς διαφορετικά.
Για να υπάρχει, όμως, πίεση, θα πρέπει να υπάρχει κυρίως μαρκάρισμα από τη μέση και μπροστά, να υπάρχει προσπάθεια ώστε να μη γίνεται εύκολα η πρώτη πάσα από την άμυνα. Και αυτό το είδα μόνο από τον Μπάλαμπαν, αφού τόσο ο Βαζ Τε, όσο και ο Ριέρα προτίμησαν να το αποφύγουν.
Είδα ακόμη (το θετικό) αρκετά καλή ανάπτυξη και κυκλοφορία της μπάλας, η οποία όμως ανάπτυξη και κυκλοφορία (το αρνητικό) χανόταν όταν έφτανε στους δύο Ίβηρες. Μάλλον φυσιολογικά, λοιπόν, ο Κροάτης ήταν τις περισσότερες φορές χωρίς στήριγμα και πάλευε σχεδόν μόνος του.
Το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει, λοιπόν, πάντα κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι ότι δυνατότητες υπάρχουν, ότι η ομάδα σε κάθε παιχνίδι δείχνει ένα «κλικ» βελτίωσης από το προηγούμενο, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να γίνει αντιληπτό απ’ όλους ότι ΟΛΟΙ πρέπει να παίζουν για την ομάδα.
Και όσοι δεν το κάνουν, δεν θα πάθουν τίποτε αν πάρουν και μερικές… ανάσες στον πάγκο, μέχρι να καταλάβουν ότι δεν πρέπει να κοιτάνε μόνο μπροστά, όταν υπάρχει και το δίπλα και το πίσω.
Ο προπονητής είναι καλός και το παλεύει. Θεωρώ όμως ότι έχει παρουσιάσει μέχρι τώρα δύο μεγάλα μειονεκτήματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτα παιχνίδια που τον έχω δει, ακόμη και στο προχθεσινό που δεν το είδα, νομίζω πως κάνει τις σωστές αλλαγές, με μεγάλη όμως καθυστέρηση και για κάποιο λόγο δεν νοιώθει άνεση να βγάλει νωρίς τις βεντέτες της ομάδας, ακόμη κι όταν οι συνθήκες το επιβάλλουν.
Για κάποιο λόγο, οι ελλείψεις στο παιχνίδι με τον Άρη, το οποίο είχε κρίσιμο χαρακτήρα και για την ομάδα και για τον ίδιο, τον έκαναν να παρατάξει ένα σχήμα, που αν μη τι άλλο απαρτίζονταν από παίκτες που έπαιζαν στη θέση τους.
Δεν ξέρω αν στην ομάδα μπορούν να παίζουν ταυτόχρονα οι Ριέρα, Βαζ Τε και Μπάλαμπαν και από την άλλη να μην υπάρχει καθαρό σέντερ φορ. Μια που τα πράγματα δεν αλλάζουν μέχρι τον Ιανουάριο, μάλλον πρέπει να βρούμε λύσεις από τον πάγκο. Και για την ώρα υπάρχουν τέσσερις παίκτες που έχουν δείξει ότι αξίζουν την προσοχή μας. Ο Σαλαλί και ο Κούρντι, νομίζω ότι πρέπει πάντα να είναι στα υπόψιν, όπως επίσης ο Σκούρτι και ο Κολοβός.
Από την άλλη είναι και μερικά πράγματα που δεν αλλάζουν. Πως να καλύψεις το κενό του Τζαβέλλα, όταν έχεις χάσει τόσο το καλό αριστερό μπακ, όσο και έναν παίκτη που έχει δώσει 18 ασίστ; Όσο και να βελτιωθεί ο Βαρό ή ο Κοντοές, αυτά τα στοιχεία δεν τα έχουν...